- βανιλίνη
- Παράγωγο της βενζαλδεΰδης (3-μεθοξυ-4υδροξυ-βενζαλδεΰδη), του τύπου CH3O (OH) C6H3CHO. Κρυσταλλώνεται σε στιλπνούς βελονοειδείς και άχρωμους κρυστάλλους που τήκονται στους 810C. Έχει ευχάριστη οσμή και γεύση, σημείο ζέσης 284-285°C, εξαχνώνεται εύκολα και διαλύεται εύκολα στην αλκοόλη, τον αιθέρα, το χλωροφόρμιο, τη γλυκερίνη και το νερό. Περιέχεται με τη μορφή γλυκοζιδίου στους καρπούς της βανίλιας (απ’ όπου εξάγεται με εκχύλιση) και μπορεί να παρασκευαστεί συνθετικά από την ευγενόλη, την κωνυφερυλική αλκοόλη ή τη λιγνίνη του ξύλου. Η κύρια χρήση της είναι στη ζαχαροπλαστική για τον αρωματισμό των γλυκισμάτων, στην αρωματοποιία, τη βιομηχανία τροφίμων, αλλά χρησιμοποιείται και στη φαρμακευτική για τη βελτίωση της γεύσης και της οσμής ορισμένων φαρμάκων, καθώς και για την παρασκευή σκευασμάτων, όπως το αμινοξύ διυδροξυφαινυλαλανίνη (L-dopa), που έχει αποδειχτεί χρήσιμο στη θεραπεία ορισμένων εκφυλιστικών ασθενειών.
Dictionary of Greek. 2013.